Перевод: со всех языков на английский

с английского на все языки

σιφνός κενός

См. также в других словарях:

  • σιφνός — Νησί των Κυκλάδων, N.A. της Σερίφου και Β.Δ. της Μήλου (έκταση 73,18 τ. χλμ., κάτ. 1960). Η Σ. έχει έδαφος ορεινό, με υψηλότερες κορυφές τον Προφήτη Ηλία (649 μ.) και τον Άγιο Συμεών (500 μ.). Το έδαφός της αποτελείται από πετρώματα γρανίτη,… …   Dictionary of Greek

  • σιφλός — ή, όν, ΜΑ μσν. 1. (ως λυκία λ.) α) μαλακός, απαλός, σπογγώδης («νάρθηξ τὰ ἐντὸς σιφλός», Ευστ.) β) (για πρόσ.) «ῥάθυμος καὶ οὐκ ἐνεργός» 2. μτφ. (για πρόσ.) ο ανάξιος εμπιστοσύνης αρχ. 1. αυτός που παρουσιάζει έλλειψη ή ελάττωμα σε ένα μέλος ή… …   Dictionary of Greek

  • σιφνεύς — έως, ὁ, Α ασπάλακας, τυφλοπόντικας. [ΕΤΥΜΟΛ. < σιφνός «κενός» + κατάλ. εύς, λόγω τού ότι ο τυφλοπόντικας ανοίγει τρύπες στη γη] …   Dictionary of Greek

  • tu̯ī̆bh- —     tu̯ī̆bh     English meaning: hollow     Deutsche Übersetzung: “röhrenartig hohl”     Note: only Gk. and lateinisch     Material: Gk. σί̄φων, ωνος m. “Abzugsröhre, Weinheber, Feuerspritze, Weinschlauch”, σιφνεύς “Maulwurf” (“röhrenförmige… …   Proto-Indo-European etymological dictionary

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»